Λεξικό
Αγγλικά - Ελληνικά

Prepare

prəˈpɛr
Εξαιρετικά Κοινό
600 - 700
600 - 700
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000. Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.

Ετοιμάζω, Προετοιμάζω, Στήνω, Αναμένω

Σημασίες του Prepare στα ελληνικά

Ετοιμάζω

Παράδειγμα:
I need to prepare for the meeting.
Πρέπει να ετοιμάσω για τη συνάντηση.
She is preparing dinner for her family.
Ετοιμάζει δείπνο για την οικογένειά της.
Χρήση: Formal/InformalΣυμφραζόμενα: Used in everyday situations, such as cooking, planning events, or organizing tasks.
Σημείωση: This is the most common translation and can be used in a variety of contexts.

Προετοιμάζω

Παράδειγμα:
The teacher is preparing the students for the exam.
Η δασκάλα προετοιμάζει τους μαθητές για την εξέταση.
They are preparing a presentation for the conference.
Ετοιμάζουν μια παρουσίαση για το συνέδριο.
Χρήση: FormalΣυμφραζόμενα: Typically used in academic or professional settings where thorough readiness is required.
Σημείωση: This term implies a more thorough or systematic approach to preparation.

Στήνω

Παράδειγμα:
We need to prepare the stage for the show.
Πρέπει να στήσουμε τη σκηνή για την παράσταση.
He prepared the equipment for the event.
Ετοίμασε τον εξοπλισμό για την εκδήλωση.
Χρήση: InformalΣυμφραζόμενα: Commonly used in contexts related to physical setup or arrangements.
Σημείωση: This term is often used when referring to setting up places or objects.

Αναμένω

Παράδειγμα:
I am preparing for the worst.
Αναμένω το χειρότερο.
She prepared herself for the challenges ahead.
Αναμένει τις προκλήσεις που έρχονται.
Χρήση: Formal/InformalΣυμφραζόμενα: Used when anticipating future events or outcomes, often with a sense of caution.
Σημείωση: While this meaning is less common, it reflects a mental or emotional preparation.

Συνώνυμα του Prepare

Arrange

To organize or make preparations for a particular purpose.
Παράδειγμα: I need to arrange all the documents before the deadline.
Σημείωση: This synonym focuses on organizing things in a specific order or manner.

Set up

To assemble or prepare something for use or operation.
Παράδειγμα: Let's set up the equipment for the event.
Σημείωση: This synonym often implies physically arranging or configuring something for a purpose.

Equip

To provide someone or something with necessary items or skills for a particular task.
Παράδειγμα: We need to equip the team with the necessary tools for the project.
Σημείωση: This synonym focuses on providing the necessary tools or resources for a task or activity.

Ready

To make something prepared or suitable for a particular purpose.
Παράδειγμα: Please get the room ready for the guests.
Σημείωση: This synonym can refer to making something suitable or prepared, not just for oneself but also for others.

Εκφράσεις και συνήθεις φράσεις του Prepare

Get ready

To make the necessary preparations for something.
Παράδειγμα: I need to get ready for the meeting by preparing my presentation.
Σημείωση: Similar to 'prepare,' but often implies a sense of readiness or anticipation.

Gear up

To get ready or prepare for a specific task or event.
Παράδειγμα: We need to gear up for the upcoming project deadline.
Σημείωση: Conveys a sense of gearing oneself or others up, like putting on equipment for a task.

Set the stage

To create the conditions or environment for something to happen successfully.
Παράδειγμα: Let's set the stage for success by preparing a detailed plan.
Σημείωση: Focuses on creating the right conditions rather than just preparing oneself or something specific.

Prime oneself

To prepare oneself mentally or emotionally for a demanding situation.
Παράδειγμα: She primed herself for the challenging exam by studying diligently.
Σημείωση: Involves mentally preparing oneself, often implying psychological readiness.

Make arrangements

To organize or prepare things in advance for a specific purpose.
Παράδειγμα: I need to make arrangements for my trip before I leave.
Σημείωση: Focuses on organizing or planning rather than the general act of preparation.

Lay the groundwork

To establish a foundation or preliminary basis for something to develop.
Παράδειγμα: We must lay the groundwork for the new project before we start.
Σημείωση: Emphasizes establishing a foundation or basis, often for future actions or developments.

Ready oneself

To prepare oneself physically or mentally for a specific task or event.
Παράδειγμα: He readied himself for the competition by practicing every day.
Σημείωση: Focuses on preparing oneself, often implying a state of readiness or completion.

Καθημερινές (αργκό) εκφράσεις του Prepare

Get one's act together

This slang term means to organize oneself and be prepared or ready to handle a task or situation effectively.
Παράδειγμα: You need to get your act together if you want to succeed in this project.
Σημείωση: The focus is on being organized and ready rather than simply preparing.

Shape up

To improve one's behavior, performance, or readiness in response to a warning or criticism.
Παράδειγμα: You better shape up or you'll never pass the exam.
Σημείωση: It implies the need for improvement or readiness in a more urgent or serious manner.

Square away

To organize or arrange things in a proper or orderly manner in preparation for an event or task.
Παράδειγμα: Let's square away all the details before the meeting.
Σημείωση: It emphasizes the aspect of arranging things neatly or correctly.

Hone in on

To focus on improving a specific skill or aspect in preparation for something.
Παράδειγμα: I need to hone in on my presentation skills before the conference.
Σημείωση: It suggests a more targeted and specific approach to preparation.

Wallop into shape

To vigorously work on getting oneself physically or mentally ready for an upcoming challenge or event.
Παράδειγμα: I need to wallop into shape before the big game.
Σημείωση: It conveys a sense of urgency and determination in readiness.

Buff up

To enhance or improve something, usually one's skills or qualifications, in preparation for a specific purpose.
Παράδειγμα: I need to buff up my resume for the job interview.
Σημείωση: It suggests a focus on improving aspects to make them more attractive or impressive.

Groom oneself

To prepare oneself through learning, training, or refining skills to be suitable for a particular role or position.
Παράδειγμα: She's been grooming herself for the leadership role for years.
Σημείωση: It implies ongoing effort and development to become suitable for a specific role or goal.

Prepare - Παραδείγματα

She spent all morning preparing the presentation for the meeting.
Αυτή πέρασε όλο το πρωί προετοιμάζοντας την παρουσίαση για τη συνάντηση.
He needs to prepare for his exam next week.
Χρειάζεται να προετοιμαστεί για την εξέτασή του την επόμενη εβδομάδα.
The chef is preparing a special dish for tonight's dinner.
Ο σεφ προετοιμάζει ένα ειδικό πιάτο για το δείπνο απόψε.

Γραμματική του Prepare

Prepare - Ρήμα (Verb) / Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form)
Λήμμα: prepare
Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): prepared
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): preparing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): prepares
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): prepare
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): prepare
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
Prepare περιέχει 2 συλλαβές: pre • pare
Φωνητική μεταγραφή: pri-ˈper
pre pare , pri ˈper (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)

Prepare - Σημασία και συχνότητα χρήσης

Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000.
Prepare: 600 - 700 (Εξαιρετικά Κοινό).
Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Το Vocafy σε βοηθά να ανακαλύψεις, να οργανώσεις και να μάθεις νέες λέξεις και φράσεις με ευκολία. Δημιούργησε εξατομικευμένες συλλογές λεξιλογίου και εξασκήσου οποτεδήποτε, οπουδήποτε.