Λεξικό
Αγγλικά - Ελληνικά

Remain

rəˈmeɪn
Εξαιρετικά Κοινό
300 - 400
300 - 400
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000. Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.

παραμένω, εξακολουθώ, μένω, απομένω

Σημασίες του Remain στα ελληνικά

παραμένω

Παράδειγμα:
I will remain here until you return.
Θα παραμείνω εδώ μέχρι να επιστρέψεις.
She decided to remain in her hometown.
Αποφάσισε να παραμείνει στην πατρίδα της.
Χρήση: Formal/InformalΣυμφραζόμενα: Used when referring to staying in a place or maintaining a state.
Σημείωση: The verb 'παραμένω' is commonly used in both spoken and written Greek.

εξακολουθώ

Παράδειγμα:
He will remain the same person he was.
Θα εξακολουθήσει να είναι ο ίδιος άνθρωπος που ήταν.
Despite the changes, some things remain unchanged.
Παρά τις αλλαγές, κάποια πράγματα εξακολουθούν να μένουν αναλλοίωτα.
Χρήση: Formal/InformalΣυμφραζόμενα: Used to indicate continuity or persistence of a state or condition.
Σημείωση: 'Εξακολουθώ' is often used in contexts discussing emotions, opinions, or characteristics.

μένω

Παράδειγμα:
I remain optimistic about the future.
Μένω αισιόδοξος για το μέλλον.
They remain friends despite the distance.
Μένουν φίλοι παρά την απόσταση.
Χρήση: InformalΣυμφραζόμενα: Used in everyday conversation to express staying in a certain emotional or social state.
Σημείωση: 'Μένω' is a versatile verb that can also mean 'to stay' in a physical sense.

απομένω

Παράδειγμα:
Only a few pieces remain.
Μόνο μερικά κομμάτια απομένουν.
After the storm, very little remains.
Μετά την καταιγίδα, πολύ λίγα απομένουν.
Χρήση: Formal/InformalΣυμφραζόμενα: Used when talking about what is left over or what continues to exist.
Σημείωση: 'Απομένω' is often used in contexts involving quantity or the remnants of something.

Συνώνυμα του Remain

stay

To continue to be in a particular place or condition.
Παράδειγμα: I will stay at home tonight.
Σημείωση: Stay often implies a temporary or short-term duration compared to remain.

linger

To stay in a place longer than necessary, typically because of a reluctance to leave.
Παράδειγμα: The smell of her perfume lingered in the room.
Σημείωση: Linger conveys a sense of prolonging one's presence beyond what is expected.

endure

To continue to exist in the same state or condition, especially in spite of adverse circumstances.
Παράδειγμα: Despite the challenges, she endured the difficult situation.
Σημείωση: Endure emphasizes persistence or resilience in the face of difficulties.

persist

To continue to exist or endure over a period of time.
Παράδειγμα: The problem persisted despite multiple attempts to solve it.
Σημείωση: Persist suggests a continuous or prolonged existence or occurrence.

Εκφράσεις και συνήθεις φράσεις του Remain

Remain unchanged

This phrase means to stay the same or not be altered.
Παράδειγμα: The rules of the game remain unchanged.
Σημείωση: It emphasizes the state of not changing.

Remain calm

To stay composed and not become agitated or panicked.
Παράδειγμα: In times of crisis, it's important to remain calm.
Σημείωση: It highlights the need for emotional stability.

Remain silent

To stay quiet or not speak.
Παράδειγμα: The suspect chose to remain silent during the interrogation.
Σημείωση: It emphasizes the act of not talking.

Remain seated

To stay in a sitting position or not get up.
Παράδειγμα: Please remain seated until the seatbelt sign is turned off.
Σημείωση: It specifies the position one should stay in.

Remain focused

To stay concentrated and not lose sight of your objectives.
Παράδειγμα: To achieve your goals, you must remain focused on your priorities.
Σημείωση: It stresses the need for concentration.

Remain hopeful

To stay optimistic and maintain a positive outlook.
Παράδειγμα: Despite the challenges, she chose to remain hopeful about the future.
Σημείωση: It underlines the attitude of optimism.

Remain neutral

To stay impartial and not take sides in a conflict or situation.
Παράδειγμα: As a mediator, it's essential to remain neutral and unbiased.
Σημείωση: It denotes a stance of impartiality.

Remain in touch

To stay connected or maintain communication with someone.
Παράδειγμα: Even after moving abroad, they managed to remain in touch with their old friends.
Σημείωση: It implies continuous communication.

Remain in place

To stay where you are and not move from that position.
Παράδειγμα: During the earthquake, it's safer to remain in place until the shaking stops.
Σημείωση: It stresses the need to stay stationary for safety.

Καθημερινές (αργκό) εκφράσεις του Remain

Stay put

To remain in one place without moving.
Παράδειγμα: Just stay put while I go get the car keys.
Σημείωση: This term emphasizes remaining stationary or not changing position.

Hang around

To stay in a place, typically without purpose or for leisure.
Παράδειγμα: I'll just hang around here until you finish shopping.
Σημείωση: It implies a more casual staying or lingering without a specific goal.

Stick around

To stay in a location or situation for a period of time.
Παράδειγμα: I'll stick around to help you clean up after the party.
Σημείωση: Similar to 'stay put,' it suggests staying in a specific context or situation.

Hold on

To wait or remain on the line or in a place for a short period.
Παράδειγμα: Just hold on a minute, I'll be right back.
Σημείωση: It often implies a temporary delay before continuing with an action.

Keep on

To continue with an activity, task, or behavior.
Παράδειγμα: I'll just keep on working until I finish this project.
Σημείωση: It suggests continuous or ongoing action without interruption.

Remain put

To stay in one place or position.
Παράδειγμα: I'll remain put until the storm passes.
Σημείωση: Similar to 'stay put,' this term emphasizes staying in a fixed position or location.

Remain - Παραδείγματα

The cake remained untouched on the table.
Η τούρτα παρέμεινε άθικτη στο τραπέζι.
We will remain in the city for a few more days.
Θα παραμείνουμε στην πόλη για μερικές ακόμα μέρες.
The remains of the ancient castle can still be seen on the hill.
Τα απομεινάρια του αρχαίου κάστρου μπορούν ακόμα να φανούν στον λόφο.

Γραμματική του Remain

Remain - Ρήμα (Verb) / Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form)
Λήμμα: remain
Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): remained
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): remaining
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): remains
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): remain
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): remain
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
remain περιέχει 2 συλλαβές: re • main
Φωνητική μεταγραφή: ri-ˈmān
re main , ri ˈmān (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)

Remain - Σημασία και συχνότητα χρήσης

Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000.
remain: 300 - 400 (Εξαιρετικά Κοινό).
Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Το Vocafy σε βοηθά να ανακαλύψεις, να οργανώσεις και να μάθεις νέες λέξεις και φράσεις με ευκολία. Δημιούργησε εξατομικευμένες συλλογές λεξιλογίου και εξασκήσου οποτεδήποτε, οπουδήποτε.