Λεξικό
Αγγλικά - Ελληνικά

Show

ʃoʊ
Εξαιρετικά Κοινό
800 - 900
800 - 900
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000. Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.

παράσταση (parástasi), επίδειξη (epidíxi), δειχνω (déikho), φανερώνω (faneróno), εμφάνιση (emfánísi)

Σημασίες του Show στα ελληνικά

παράσταση (parástasi)

Παράδειγμα:
Let's go to the show tonight.
Ας πάμε στην παράσταση απόψε.
The show was amazing!
Η παράσταση ήταν καταπληκτική!
Χρήση: informalΣυμφραζόμενα: Used when referring to performances, concerts, or theatrical events.
Σημείωση: Commonly used in everyday conversation when discussing entertainment.

επίδειξη (epidíxi)

Παράδειγμα:
The magician's show was full of surprises.
Η επίδειξη του μάγου ήταν γεμάτη εκπλήξεις.
He gave a show of his skills.
Έκανε μια επίδειξη των ικανοτήτων του.
Χρήση: formal/informalΣυμφραζόμενα: Used in contexts where someone demonstrates skills or abilities.
Σημείωση: Can refer to both formal and informal displays of skills.

δειχνω (déikho)

Παράδειγμα:
Can you show me how to do this?
Μπορείς να μου δείξεις πώς να το κάνω αυτό;
She showed him her new dress.
Του έδειξε το νέο της φόρεμα.
Χρήση: informalΣυμφραζόμενα: Used when someone is demonstrating or revealing something to someone else.
Σημείωση: A very common verb in Greek, used in daily conversations.

φανερώνω (faneróno)

Παράδειγμα:
The results show the effectiveness of the treatment.
Τα αποτελέσματα φανερώνουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας.
This study shows that learning is easier with practice.
Αυτή η μελέτη φανερώνει ότι η μάθηση είναι ευκολότερη με την πρακτική.
Χρήση: formalΣυμφραζόμενα: Used in academic or formal contexts to indicate evidence or results.
Σημείωση: Often used in written Greek, especially in research or analysis.

εμφάνιση (emfánísi)

Παράδειγμα:
His show of confidence impressed everyone.
Η εμφάνιση αυτοπεποίθησής του εντυπωσίασε όλους.
The show of affection was heartwarming.
Η εμφάνιση στοργής ήταν συγκινητική.
Χρήση: formal/informalΣυμφραζόμενα: Used to describe a display or expression of feelings or characteristics.
Σημείωση: Useful in both emotional and physical contexts.

Συνώνυμα του Show

display

To exhibit or present something for others to see.
Παράδειγμα: The museum will display the new art exhibit next week.
Σημείωση: Similar to 'show' but often used in formal or professional settings.

demonstrate

To show how something is done or how something works.
Παράδειγμα: The teacher will demonstrate the science experiment to the students.
Σημείωση: Emphasizes the act of showing or explaining a process or procedure.

reveal

To make something known or visible that was previously hidden.
Παράδειγμα: The investigation revealed new evidence in the case.
Σημείωση: Implies uncovering or disclosing information that was not previously known.

present

To formally introduce or offer something for consideration.
Παράδειγμα: She will present her research findings at the conference.
Σημείωση: Often used in formal or professional contexts to indicate a formal presentation.

dazzle

To impress or astonish someone with a brilliant display.
Παράδειγμα: The magician's performance dazzled the audience with amazing tricks.
Σημείωση: Conveys a sense of awe or admiration in the display or performance.

Εκφράσεις και συνήθεις φράσεις του Show

show off

To show off means to display something proudly or boastfully in order to impress others.
Παράδειγμα: She loves to show off her new car to everyone.
Σημείωση: The word 'show' alone may simply mean to display or present something without the connotation of boasting.

show up

To show up means to arrive or appear, especially when expected or needed.
Παράδειγμα: I waited for him, but he never showed up for the meeting.
Σημείωση: While 'show' can also mean to appear, 'show up' specifically emphasizes the aspect of being present when required.

show around

To show someone around means to give them a guided tour or lead them to different places while providing information.
Παράδειγμα: I'll be happy to show you around the city when you visit.
Σημείωση: This phrase involves actively guiding and explaining things to someone, unlike just showing, which might be more passive.

show up for

To show up for someone or something means to be there and provide support or assistance when needed.
Παράδειγμα: He always shows up for his friends when they need him.
Σημείωση: It implies being present and available to offer help or support, emphasizing reliability and dependability.

for show

If something is done for show, it is done only to give a good impression or appearance without any real significance or value.
Παράδειγμα: The decorations were just for show and didn't serve any real purpose.
Σημείωση: This phrase implies a superficial or insincere display, contrasting with the genuine meaning of the word 'show.'

put on a show

To put on a show means to perform or present something, often in an entertaining or dramatic way.
Παράδειγμα: She always puts on a great show at the annual talent competition.
Σημείωση: While 'show' can refer to any display, 'put on a show' specifically implies a performance or presentation with a degree of spectacle.

steal the show

To steal the show means to attract the most attention and praise, outshining others in a performance or event.
Παράδειγμα: The comedian completely stole the show with his hilarious performance.
Σημείωση: This phrase highlights outperforming or overshadowing others, unlike 'show' which may not imply comparison or competition.

Καθημερινές (αργκό) εκφράσεις του Show

Showtime

Refers to the time when a performance or event is about to begin.
Παράδειγμα: Are you ready? It's showtime!
Σημείωση: The slang term emphasizes the excitement and anticipation of a performance starting.

Showbiz

Refers to the entertainment industry, particularly television and movies.
Παράδειγμα: She's always wanted to be in showbiz.
Σημείωση: This term is a shortened form of 'show business' and is often used more informally.

Showstopper

Refers to something or someone that impresses or excites people and captures attention.
Παράδειγμα: That dress is a real showstopper!
Σημείωση: While 'showstopper' originally referred to an act or performance that was so good it forced the show to pause due to audience applause, in slang it's used more generally to describe anything outstanding.

Showdown

Indicates a decisive confrontation or contest between parties.
Παράδειγμα: There's going to be a showdown between the two best teams.
Σημείωση: The term is often associated with tense or dramatic situations where a resolution or outcome is expected.

Showcase

Refers to a display or presentation highlighting the best qualities or features of something or someone.
Παράδειγμα: The event will showcase the talents of local artists.
Σημείωση: While 'showcase' can be synonymous with 'show,' it often emphasizes presenting the most impressive aspects of a subject.

Show - Παραδείγματα

The magician will show us some tricks.
Ο μάγος θα μας δείξει μερικά κόλπα.
She will show her new painting at the exhibition.
Αυτή θα δείξει τον νέο της πίνακα στην έκθεση.
The theater will show a play tonight.
Το θέατρο θα δείξει μια παράσταση απόψε.

Γραμματική του Show

Show - Ρήμα (Verb) / Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form)
Λήμμα: show
Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): shows
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): show
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): showed
Ρήμα, μετοχή παρακειμένου (Verb, past participle): shown
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): showing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): shows
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): show
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): show
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
show περιέχει 1 συλλαβές: show
Φωνητική μεταγραφή: ˈshō
show , ˈshō (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)

Show - Σημασία και συχνότητα χρήσης

Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000.
show: 800 - 900 (Εξαιρετικά Κοινό).
Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Vocafy, αποδοτική εκμάθηση γλώσσας
Το Vocafy σε βοηθά να ανακαλύψεις, να οργανώσεις και να μάθεις νέες λέξεις και φράσεις με ευκολία. Δημιούργησε εξατομικευμένες συλλογές λεξιλογίου και εξασκήσου οποτεδήποτε, οπουδήποτε.