Λεξικό
Αγγλικά - Ελληνικά
Themselves
ðəmˈsɛlvz
Εξαιρετικά Κοινό
400 - 500
400 - 500
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000. Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000. Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.
τον εαυτό τους, ο ίδιος τους, μόνοι τους, όλους τους εαυτούς τους
Σημασίες του Themselves στα ελληνικά
τον εαυτό τους
Παράδειγμα:
They need to take care of themselves.
Πρέπει να φροντίσουν τον εαυτό τους.
The students prepared themselves for the exam.
Οι μαθητές προετοίμασαν τον εαυτό τους για την εξέταση.
Χρήση: informalΣυμφραζόμενα: Used in everyday conversations to refer to people taking care of their own needs or preparing for something.
Σημείωση: This is the most common meaning and is used when emphasizing that the subject is responsible for their own actions or well-being.
ο ίδιος τους
Παράδειγμα:
They will do it themselves.
Θα το κάνουν οι ίδιοι τους.
We should fix this ourselves.
Πρέπει να το διορθώσουμε εμείς οι ίδιοι.
Χρήση: informalΣυμφραζόμενα: Often used when emphasizing that a group will handle a task without outside help.
Σημείωση: This usage emphasizes the subject's agency and independence in completing tasks.
μόνοι τους
Παράδειγμα:
They want to travel alone, just the two of themselves.
Θέλουν να ταξιδέψουν μόνοι τους, μόνο οι δυο τους.
They enjoy spending time with themselves.
Απολαμβάνουν να περνούν χρόνο μόνοι τους.
Χρήση: informalΣυμφραζόμενα: Used when referring to people wanting solitude or independence.
Σημείωση: This meaning highlights the aspect of being alone or doing something without others.
όλους τους εαυτούς τους
Παράδειγμα:
They expressed themselves through art.
Εξέφρασαν τους εαυτούς τους μέσα από την τέχνη.
People should be able to express themselves freely.
Οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να εκφράζουν τους εαυτούς τους ελεύθερα.
Χρήση: formalΣυμφραζόμενα: Commonly used in discussions about self-expression or identity.
Σημείωση: This meaning is often used in contexts related to art, culture, or personal identity.
Συνώνυμα του Themselves
themselves
Reflexive pronoun used to indicate that the subject of the sentence also received the action.
Παράδειγμα: They cooked dinner themselves.
Σημείωση: None
they
Subject pronoun used to refer to a group of people previously mentioned.
Παράδειγμα: They cooked dinner.
Σημείωση: Does not specifically emphasize the reflexive nature of the action.
each other
Reciprocal pronoun used to indicate mutual action between two or more individuals.
Παράδειγμα: They helped each other.
Σημείωση: Specifically denotes mutual action between individuals rather than actions performed individually.
Εκφράσεις και συνήθεις φράσεις του Themselves
Be themselves
To behave naturally and without pretense; to act in a way that is true to one's character.
Παράδειγμα: After a long day of pretending to be someone else, they were finally able to relax and be themselves.
Σημείωση: The focus is on displaying one's true nature or behavior rather than focusing on others.
By themselves
Without the help or presence of others; alone or independently.
Παράδειγμα: The kids decided to build the fort by themselves without any adult help.
Σημείωση: Emphasizes doing something without assistance or company from others.
Help themselves
To serve oneself without waiting for someone else to provide or offer.
Παράδειγμα: The buffet was set up for guests to help themselves to food and drinks.
Σημείωση: Directs the action of self-service or self-aid without external assistance.
Enjoy themselves
To have a good time or take pleasure in a particular activity or situation.
Παράδειγμα: The children were able to enjoy themselves at the playground all afternoon.
Σημείωση: Focuses on experiencing pleasure or happiness in a specific context or activity.
Among themselves
Privately or exclusively within a particular group; in interaction with each other.
Παράδειγμα: The group of friends talked quietly among themselves, sharing stories and memories.
Σημείωση: Indicates communication or interaction limited to the group without involving others.
Make themselves at home
To behave as if one is in their own home; to feel comfortable and at ease in a new environment.
Παράδειγμα: As soon as they arrived, the guests were encouraged to make themselves at home and relax.
Σημείωση: Implies creating a comfortable and relaxed atmosphere similar to one's own home.
Talk to themselves
To speak aloud to oneself, often as a way to think through something or to keep oneself company.
Παράδειγμα: Sometimes when she's working on a difficult problem, she'll talk to herself to figure it out.
Σημείωση: Involves verbal expression directed towards oneself without necessarily involving others in the conversation.
Keep to themselves
To stay private or reserved; to avoid interacting or mingling with others.
Παράδειγμα: The neighbors are nice but they tend to keep to themselves and don't socialize much.
Σημείωση: Refers to maintaining a distance or privacy from others rather than actively engaging with them.
Καθημερινές (αργκό) εκφράσεις του Themselves
Themself
Themself is a gender-neutral pronoun used when talking about an individual person in the singular, avoiding the use of gender-specific pronouns like himself or herself.
Παράδειγμα: They should be able to express themself freely.
Σημείωση: The use of 'themself' acknowledges gender inclusivity and allows individuals to identify outside of the traditional gender binary.
Them
Using 'them' as a pronoun referring to an individual is a colloquial way of saying 'themselves' or 'himself/herself'.
Παράδειγμα: They should just be themselves and ignore what others think.
Σημείωση: This slang term simplifies language and is often used informally in spoken English.
Thems
'Thems' is a colloquial contraction of 'them is', used in informal speech instead of 'they are'.
Παράδειγμα: Thems not gonna like it when they find out.
Σημείωση: The slang term 'thems' is a regional or informal variation of 'they are', emphasizing informality and dialectical usage.
Themselves - Παραδείγματα
They need to learn how to take care of themselves.
Πρέπει να μάθουν πώς να φροντίζουν τον εαυτό τους.
The children dressed themselves for school.
Τα παιδιά ντύθηκαν μόνα τους για το σχολείο.
They were talking to themselves in the mirror.
Μιλούσαν στον εαυτό τους στον καθρέφτη.
Γραμματική του Themselves
Themselves - Αντωνυμία (Pronoun) / Προσωπική αντωνυμία (Personal pronoun)
Λήμμα: themselves
Κλίσεις
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
themselves περιέχει 2 συλλαβές: them • selves
Φωνητική μεταγραφή: t͟həm-ˈselvz
them selves , t͟həm ˈselvz (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)
Themselves - Σημασία και συχνότητα χρήσης
Ο δείκτης συχνότητας και σημασίας λέξεων δείχνει πόσο συχνά εμφανίζεται μια λέξη σε μια δεδομένη γλώσσα. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο συχνά χρησιμοποιείται η λέξη. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά κυμαίνονται συνήθως από περίπου 1 έως 4000.
themselves: 400 - 500 (Εξαιρετικά Κοινό).
Αυτός ο δείκτης σημασίας σας βοηθά να επικεντρωθείτε στις πιο χρήσιμες λέξεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκμάθησης γλώσσας.